Η κωδεΐνη είναι ένα οπιοειδές αναλγητικό, το οποίο ασκεί επίδραση σε υποδοχείς οπιοειδών στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα και σε άλλους ιστούς. Συνταγογραφείται εδώ και 50 χρόνια για τον πόνο και το βήχα, αλλά ολοένα και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι δεν είναι πάντα αποτελεσματική και μερικές φορές προκαλεί παρενέργειες που μπορεί να είναι σοβαρές και να επιφέρουν ακόμα και το θάνατο σε παιδιά.
«Πιστεύουμε ακράδαντα ότι δεν υπάρχει ποτέ λόγος να χορηγείται η κωδεΐνη στα παιδιά», ανέφερε ο επικεφαλής της μελέτης Joseph D. Tobias, αναισθησιολόγος στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Οχάιο και στο Εθνικό Νοσοκομείο Παίδων στο Κολόμπους.
Η κωδεΐνη έχει σχετισθεί εδώ και μια δεκαετία με απειλητικά για τη ζωή ή θανατηφόρα αναπνευστικά προβλήματα στα παιδιά. Το πρόβλημα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο με τον οποίο επεξεργάζεται ο ανθρώπινος οργανισμός την κωδεΐνη, η οποία μετατρέπεται στο συκώτι σε μορφίνη για να καταπραΰνει τον πόνο. Η ίδια η κωδεΐνη δεν έχει αναλγητική δράση, παρά μόνο η μετατροπή της σε μορφίνη.
Για τη μετατροπή αυτή, υπεύθυνο είναι ένα ηπατικό ένζυμο που ονομάζεται CYP2D6. Οι γενετικές διαφορές που υπάρχουν από άτομο σε άτομο, σχετικά με το ένζυμο CYP2D6, μπορεί να ωθήσουν το συκώτι να δημιουργήσει πολλή ή λίγη μορφίνη. Αν είναι λίγη, δεν θα είναι αποτελεσματική ενώ αν είναι πολλή μπορεί να προκαλέσει επικίνδυνη επιβράδυνση της αναπνοής (αναπνευστική καταστολή) και να επέλθει έτσι ο θάνατος.
Τα προβλήματα αυτά είναι πιο συχνά στα μικρά παιδιά που λαμβάνουν συνδυασμό παρακεταμόλης με κωδεΐνη έπειτα από χειρουργικές επεμβάσεις για τις αμυγδαλές (αμυγδαλεκτομή) και τις αδενοειδείς εκβλαστήσεις ή “κρεατάκια”(αδενοτομή). Τα προβλήματα κυρίως εμφανίζονται όταν οι εγχειρήσεις γίνονται για αντιμετώπιση της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας.
Ο λόγος είναι ότι ορισμένα τα παιδιά και άτομα με αποφρακτική άπνοια ύπνου μεταβολίζουν πολύ γρήγορα την ουσία και εμφανίζουν σοβαρή επιβράδυνση αναπνοής με κίνδυνο να πεθάνουν, έστω κι αν η δόση της κωδεΐνης είναι κανονική.