×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 179

Είδα…τις «Τρεις αδελφές»

του Anton Chekhov, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου στο θέατρο «Πορεία».

Έπειτα από την αξιόλογη εμπειρία της «Μεγάλης Χίμαιρας», για την οποία άλλωστε σας έχω ήδη γράψει με περίσσιο ενθουσιασμό, βρέθηκα για άλλη μια φορά στο θέατρο «Πορεία».

Βράδυ Παρασκευής και με το εισιτήριο ανά χείρας, βρέθηκα – ενθουσιασμένη ομολογουμένως από τη συγκυρία – στο μέσον της πρώτης σειράς.

Ο κόσμος αρκετός, το θέατρο περίπου γεμάτο, χωρίς ωστόσο να βλέπω το sold out της περσινής χρονιάς που εισιτήριο δεν υπήρχε ούτε στη μαύρη αγορά, που λέει ο λόγος…

Οι «Τρεις Αδελφές», είναι ίσως το πλέον παιγμένο έργο του Chekhov. Τρεις γυναίκες, τρεις αδελφές που οι ζωές τους τοποθετούνται στο τέλος του 19ου αιώνα.

Κουδούνι τρίτο…τα φώτα χαμηλώνουν…

Η Μάσα, που στη σκηνή του θεάτρου «Πορεία», έγινε Μαρία.. Η Όλια, που μετονομάστηκε σε Όλγα…Η Ιρίνα που έγινε Ειρήνη, ακόμα και Ειρηνούλα κάποιες φορές από τους οικείους της.

Ο βραβευμένος Δημήτρης Τάρλοου (βλ. βραβείο σκηνοθεσίας «Κάρόλος Κουν» για την παράσταση «Μεγάλη Χίμαιρα»), έκανε ξανά ένα μικρό σκηνοθετικό θαύμα πρωτοτυπίας, προκειμένου να φέρει το έργο του Ρώσου συγγραφέα πιο κοντά στο – ευρύ – ελληνικό κοινό.
Έτσι, μέσα σε ένα πιο εξελληνισμένο (εντός ή άνευ εισαγωγικών) φαινομενικά πλαίσιο – εξάλλου το κυρίως κοινωνικο-πολιτικό περίγραμμα της παράστασης παρέμεινε ως είχε – ξεκίνησε να εκτυλίσσεται η ζωή και η καθημερινότητα των τριών αδελφών εμπρός στα μάτια των θεατών:

Το παρόν, τα βιώματα του παρελθόντος, η προσδοκία για το μέλλον. Προσδοκία ειπωμένη μόνο από την Ειρήνη, ανεκπλήρωτη τελικά και για τις τρεις.

Σκηνικά απλά, περισσότερο μάλλον σύμβολα ενός χώρου αναμονής σε σιδηροδρομικό σταθμό. Με μια αίσθηση βάθους κι ένα τεράστιο ρολόι να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια των ηθοποιών.

Η αναμονή, η προσδοκία, η αναχώρηση, το ταξίδι, το μέλλον, όλα εκεί – έστω και μάταια τελικά.

Η παράσταση ξεκινά με την παρουσία όλου του θιάσου (πρόλαβα νομίζω να μετρήσω περίπου 15 ηθοποιούς επί σκηνής), να σιγοτραγουδά ένα ρώσικο τραγούδι, ως μνεία στον πατέρα των τριών αδελφών.

Η παρουσία, τα κοστούμια, όλα παραπέμπουν στην εποχή που το έργο τοποθετείται.
Σταδιακά, ο χρόνος, οι συνήθειες και οι χαρακτήρες, μπλέκονται γλυκά με έναν απροσδόκητο τρόπο: ακούγονται στίχοι του Κώστα Καρυωτάκη και του Οδυσσέα Ελύτη, γίνεται αναφορά στον ποιητή «Νικολάι Καρούζοφ» (βλ. Νίκο Καρούζο), στον συγγραφέα «Γιόρκι Χιμονάσοφ» (βλ. Γιώργο Χειμωνά).

Ακούμε δια στόματος Όλγας (Α. Αϊδίνη) ότι «τα καραγάτσια δεν πετάξανε φύλλα ακόμα» κι οι συνδαιτημόνες πίνουν τσίπουρο, τρώνε γαλατόπιτες, γυναίκες καπνίζουν και ντύνονται με ρούχα που παραπέμπουν στην περίοδο του μεσοπολέμου.

Ομολογώ, αυτές τις λεπτομέρειες πάσχισα έντονα να τις συγκρατήσω στο μυαλό μου, ως άξιες αναφορές που απέδιδαν στο έπακρο την επικαιρότητα και διαχρονικότητα των βασικών αξιών του έργου και της αέναης, υπαρξιακής ανησυχίας του ανθρώπου, που σε όποια εποχή, τάξη ή συνθήκη, πάντα έχει κάτι να προσδοκά, να ονειρεύεται, κάτι να ματαιώνει ή να τον ματαιώνει.

Η γενική μου αίσθηση -πλην ελαφρών εξαιρέσεων- για το υποκριτικό αποτέλεσμα: μια ομάδα ηθοποιών χωρίς πρώτους ή δεύτερους ρόλους στα μάτια μου, ο καθένας συνεπής και με σεβασμό στον ήρωα που είχε να ενσαρκώσει. Είδα χαρακτήρες αληθινούς, αγαπητούς, αντιπαθείς. Συμπόνεσα, αδιαφόρησα, σκέφτηκα. 

Οι ρόλοι των τριών αδερφών, ίσως λίγο αναμενόμενοι υποκριτικά.

Στην Αλεξάνδρα Αϊδίνη (Όλια), που εκτιμώ ιδιαίτερα, είδα κάτι από τη Μαρίνα Μπαρέ της Χίμαιρας… Παραμένει ωστόσο, το ίδιο γοητευτική ως παρουσία. Σίγουρα όχι τόσο αέρινη - και φαντάζομαι σκοπίμως - όσο στη Χίμαιρα, κάτι που το θεώρησα επιτυχία εκ μέρους της, δεδομένου του τσεχωφικού χαρακτήρα που κλήθηκε να υπηρετήσει.

Στη Λένα Παπαληγούρα (Ιρίνα), κάτι υπήρξε από την Κατερίνα του Κορτώ, σε πιο ανάλαφρη έκδοση λόγω του νεαρού της ηλικίας της ηρωίδας…

Η Ιωάννα Παππά (Μάσα), που την είδα για πρώτη φορά σε θεατρική δράση, ήταν ευάλωτη και μελαγχολική, συγκλονιστική στη στιγμή του αποχωρισμού της από τον Βερσίνιν. Ίσως, στιγμιαία, λίγο τηλεοπτική.

Σε καμία περίπτωση δε με απογοήτευσαν, αλλά συχνά μου θύμισαν κάτι άλλο από αυτό που θα ήθελα ή που ίσως περίμενα.

Εξαιρετική η παρουσία του Κώστα Κορωναίου στο ρόλο του Κουλίγκιν: βαθιά εσωτερικός, κωμικοτραγική παρουσία με αδιόρατο πόνο γεμάτο υπομονή, μπροστά στον αποχαιρετισμό ενός έρωτα που τον πλήγωνε, αυτόν της συζύγου του Μάσας με τον Βερσίνιν.

Τον τελευταίο, υποδύθηκε επιτυχώς ο Γιάννης Νταλιάνης: πάντα εραστής της φιλοσοφίας και της πίστης στον άνθρωπο, αλλά εγκλωβισμένος στην προσωπική του οικογενειακή δυστυχία, απέδωσε τον Βερσίνιν με φυσικότητα, χωρίς υποκριτικές υπερβολές.

Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στον Δημήτρη Μπίτο, στο ρόλο του Σολιόνι – με εξέπληξε. Αυθάδης, πολύξερος, με βλέμμα αλαζονικό και υπεράνω που μετουσιώνεται αστραπιαία σε βλέμμα έρωτα και πάθους για την Ειρήνη και απελπισίας μπροστά στην απόρριψη και τελικά, στη ματαίωση. Ψάχνοντας λίγο το υποκριτικό και σκηνοθετικό του παρελθόν, διαπίστωσα πως έχει καταπιαστεί με πολύ ενδιαφέροντα καλλιτεχνικά δρώμενα, θα ήθελα να δω κάτι δικό του στο μέλλον.

Πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση από τον Παντελή Δεντάκη στο ρόλο του Βαρώνου Τούζενμπαχ, μετέπειτα συζύγου της Ειρήνης. Δωρικός, καθημερινός, σύμβολο της ελπίδας για λύτρωση. Ο θάνατός του επισφραγίζει το μάταιο της αναμονής για επιστροφή στη Μόσχα και ταυτόχρονα τονώνει την παραδοχή ότι «πρέπει να ζήσουμε», φράση στωικά ειπωμένη τελικά από τις τρεις αδελφές.

Όμορφη μουσική και υποκριτική νότα από την αρχή ως το τέλος, ο Πάρις Θωμόπουλος στο ρόλο του Φεντότικ. Μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα παρουσία, με ωραία εκφραστικά μέσα και ζωηρό βλέμμα. Θα ήθελα να τον δω και σε κάτι άλλο, που θα του έδινε περισσότερο χρόνο και χώρο επί σκηνής.

Συνοπτικά κάποια σχόλια επιπλέον:

ο Λαέρτης Μαλκότσης στο ρόλο του Αντρέι - αδελφό των τριών πρωταγωνιστριών - μου φάνηκε λίγο διεκπεραιωτικός. Αξιοπρεπής παρουσία μεν, χωρίς συγκινήσεις δε.

Η Μαριάννα Δημητρίου στο ρόλο της συζύγου του Αντρέι, Ναταλίας, μάλλον με εκνεύρισε κάπως και μου θύμισε λίγο από καρικατούρα.

Τσεμπουτίκιν, ο Γιώργος Μπινιάρης, Φεραπόντ ο Χάρης Τσιτσάκης, μικρό πέρασμα ο Ρενάτο Κούσι στο ρόλο του Ροντέ, όλοι έδωσαν το δικό τους στίγμα, μικρό η μεγάλο. 

Οι «Τρεις αδελφές» είναι ένα έργο εξαιρετικό, πολλών διαστάσεων και ερμηνειών και εν προκειμένω δοσμένο με νεωτερική ματιά (όχι υποτιθέμενα «εναλλακτική»), πάντα με σεβασμό και διανθισμένο διακριτικά.

Σκέφτηκα πως η ζωή είναι γεμάτη αναμονές που η μία διαδέχεται την άλλη, σε έναν φαύλο κύκλο. 

Μου ήρθε στο νου η φράση του Roland Barde ότι «ο ερωτευμένος πάντα περιμένει».

Τελικά, ο άνθρωπος πάντα κάτι περιμένει. Ακόμα και η ματαίωση, του γεννά την προσμονή για κάτι καινούριο, επικείμενο.

Από το θέατρο, μπορώ να πω έφυγα γεμάτη.

 

 

 

Είμαι η Ειρήνη. Μεγάλες μου αδυναμίες το διάβασμα, τα ταξίδια, το θέατρο, ο κινηματογράφος.. #ΛίσταΕιρήνης

 

PARENTBOOK.GR

Μια μοντέρνα οικογένεια βάφει τα στερεότυπα με το χρώμα που της ταιριάζει. 

Το parentbook.gr είναι μια ιστοσελίδα για όλες τις οικογένειες. Εκείνες που έχουν παιδί, εκείνες που βιώνουν εγκυμοσύνη, δεν έχουν παντρευτεί, εκείνες που δεν θα παντρευτούν ποτέ. Γονείς, singles, κατοικίδια, όλοι μια παρέα εδώ, επιλέγουμε το χρώμα που μας ταιριάζει…

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να εξασφαλίσει για εσάς την καλύτερη εμπειρία. More details…